Σάββατο 30 Ιανουαρίου 2016

Ο άνθρωπος περισσότερος από τον ίδιο τον άνθρωπο

Πριν λίγες μέρες ένας δικός μου άνθρωπος σε πλήρη συντονισμό των σκέψεών μας δήλωσε την συνείδησή του ότι σε ένα τόσο ακατανόητα μεγάλο σύμπαν και τις τόσες πιθανότητες, στον καθένα μας έχει δοθεί κάτι απειροελάχιστα μικρό – μεν – αλλά σε σχέση με την πιθανότητα να μην «τύχαινε» να δοθεί, τεράστιο «κάτι» (εννοώντας την ζωή).
                Πέρα από κάθε λογική τοποθέτηση, η οποία συγκλονίζει την κατανόηση της ίδιας ύπαρξής μας και τονίζει το παράλογο αυτής, υπάρχει η λεγόμενη εμπειρία, που ως ζωντανός οργανισμός, προηγείται της όποιας διανοητικής κίνησής μου. Μπερδεύεται σε δίνες θεωριών ακατάληπτων το βίωμα του ίδιου του βιώματος. Όμως, πώς αντιμετωπίζεται τελικώς η απώλεια του βίου; Εκτιμώ πως εκεί αναλαμβάνει η διανόηση να κάνει τη δύσκολη δουλειά. Ποιος είναι δυνατότερος; Ο πόνος της εμπειρίας ή ο πόνος της σκέψης; Γιατί στο λειτουργικό μας υπάρχουν οι ψυχολογικές άμυνες; Από τι μας προστατεύουν; Και ποιες άμυνες απευθύνονται στον κίνδυνο του οργανικού βιώματος και ποιες στον διανοητικό;
                Ποιο κομμάτι μέσα μου επιλέγει – για παράδειγμα – να προβώ στην σχάση των ανθρώπων που έρχομαι σε επαφή, προκειμένου να προστατευτώ; Και γιατί κάποιος θα μεταμορφώνεται από το νου μου σε μόνο καλό ενώ ο άλλος σε κακό; Και ακόμη περισσότερο, γιατί το επεχείρησαν πρώτα οι πρόγονοί μας, κάτι που φαίνεται με το εξής απλοϊκό και καθημερινό παράδειγμα που κρατά από παλιά, τα παραμύθια. Ο καλός και ο κακός. Ο έξυπνος σε σχέση με τον χαζό, ο προνοητικός και εργατικός με τον τεμπέλη κτλ. Καταλαβαίνω την αναγκαιότητα της αλληγορικής εκπαίδευσης του παιδιού, όμως, γιατί διαλέγουμε τέτοιους μηχανισμούς;
                Όσο περισσότερο αναζητάς την κατανόηση της εμπειρίας, του συναισθήματος, της νόησης και της εξέλιξης αυτών, τόσο περισσότερα ερωτήματα γεννιούνται. Ίσως για αυτόν ακριβώς το λόγο ο μηδενισμός αποδεικνύεται σε αρκετούς αναζητητές ο μόνος τόπος ανακούφισης. Το απόλυτο τίποτα από μόνο του σου εγγυάται κάτι, το τίποτα. Τα λοιπά αφήνουν ένα παραθυράκι ελπίδας προς κάτι άπιαστο. Το πιο οξύμωρο, ωστόσο, αυτού είναι ότι όσο πιο πολύ πιστεύω στο τίποτα, τόσο περισσότερο ανακουφιζόμενη εξαϋλώνομαι μαζί του, τόσο περισσότερο τρέφομαι από αυτό. Θα έλεγε κανείς ότι κατά κάποιον τρόπο ψάχνω να βρω και κάτι άλλο πέρα από αυτό. Σα να είμαι τελικώς ο πιο ύπουλος αναζητητής του «κάτι». Ακόμη και με τους συνεχείς συλλογισμούς μου σε σχέση με αυτό το συγκεκριμένο τίποτα, ουσιαστικά προσπαθώ να το συλλάβω ως κάτι που υπάρχει. Όμως πώς είναι δυνατόν ένα τίποτα να υπάρχει;

                Και επανερχόμενη σε αυτό που ανέφερα στην αρχή, σκέφτομαι πως είτε τίποτα είτε κάτι, κάτι μέσα μου μού δίνει την εντολή ότι ζω. Θες να το πεις βίωμα ή σκέψη ή αντίληψη ή δεν ξέρω εγώ τι; Ζω υπό όρους που δεν μπορώ ούτε να πλησιάσω κατά λάθος στην κατανόησή τους. 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου